0 μέλη και 8 επισκέπτες διαβάζουν αυτό το θέμα.
Καὶ οἱ μὲν ὡς κατὰ γῆν ἀναχωρήσοντες ἤδη ξύμπαντες τὴν γνώμην εἶχον ("Και τότε όλοι σκέπτονταν να φύγουν από τη στεριά" / "αυτοί είχαν τη γνώμη ότι ήδη όλοι μαζί επρόκειτο να αναχωρήσουν δια της ξηράς"): η μετοχή είναι κατηγορηματική;
Πώς γίνεται η μετοχή να είναι κατηγορηματική και συγχρόνως γενική απόλυτη; Ο Goodwin, (917, 918) θεωρεί αυτή τη μετοχή circumstantial είτε σε γενική είτε σε αιτιατική απόλυτη.
Και δεν μπορεί η μετοχή, ενώ προηγείται στον λόγο, να είναι επεξήγηση στο οὕτως.
Την είχα ξεχάσει αυτή την περίπτωση γενικής απόλυτης και επηρεάστηκα από τον Αναγνωστόπουλο (εκεί βρήκα το παράδειγμα) ο οποίος γράφει «με το επιρρ. οὕτως και ειδ. προτ. ή κατηγ. μτχ. (ως επεξήγηση)» και μεταφράζει «τέτοια λοιπόν γνώμη να έχεις για μένα, ότι δηλαδή και θα αγωνιστώ και...», ενώ λίγο παραπάνω δίνει το ρήμα και με γενική και κατηγορηματική μετοχή (ἆρα γνώσεται Σωκράτης ἐμοῦ χαριεντιζομένου; ).
Όταν λέει «μετοχή συνημμένη, αναφορική», τι εννοεί;
Για εμάς, όλες οι μετοχές που αναφέρει ο Κύννερος εκεί (488, 1, a) είναι αιτιολογικές (υποκειμενικής αιτιολογίας), τελικές και κατηγορηματικές.
Ομολογώ πως αυτή η προσέγγιση με φέρνει σε σύγχυση.
Δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και γενική απόλυτη και κατηγορηματική συνημμένη στο αντικείμενο (γιατί έτσι τη μεταφράζεις).
Σε ποιο από τα παραδείγματά του θεωρείς τη μετοχή κατηγορηματική;
Τελικά όμως σύμφωνα με τον Kuhner και τον Schwyzer αυτή η προσέγγιση είναι λανθασμένη. Ο Schwyzer μάλιστα επισημαίνει ότι μόνο από εξωτερική άποψη αυτή η μετοχή ισοδυναμεί με απαρέμφατο ή δευτερεύουσα πρόταση που εισάγεται με ὅτι, ὡς.
Για εμάς, όλες οι μετοχές που αναφέρει ο Κύννερος εκεί (488, 1, a) είναι αιτιολογικές (υποκειμενικής αιτιολογίας), τελικές και κατηγορηματικές. Το ότι τις χαρακτηρίζει συνημμένες αναφορικές μπερδεύει τα πράγματα, αλλά τουλάχιστον ο ίδιος επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό του αφενός μεν από πολλές μεταφράσεις των παραδειγμάτων που δίνει, αφετέρου δε από τα λατινικά αντίστοιχα (με αναφορική πρόταση) που δίνει σε ένα παράδειγμα από τον Θουκυδίδη (VI, 32, 3).................................